• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Wagen

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γερμανικά (de)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Σύνθετα

Γερμανικά (de)

επεξεργασία

Προφορά

επεξεργασία
ⓘ  (βοήθεια·αρχείο)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

Wagen (de) αρσενικό

  1. (μέσο μεταφορών) το αυτοκίνητο
    der Wagen ist grün - το αυτοκίνητο είναι πράσινο
    ≈ συνώνυμα: Auto
  2. (μέσο μεταφορών) η άμαξα
  3. (μέσο μεταφορών) το βαγόνι
  4. το καρότσι
  5. το φορείο

Συγγενικά

επεξεργασία
  • Wagenführer
  • Wagenheber
  • Wagenpark
  • Wagenrad
  • Wagenrücklauftaste
  • Wagenwäsche

Σύνθετα

επεξεργασία
  • Möbelwagen
  • Ü-Wagen
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Wagen&oldid=5635721"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Νοεμβρίου 2022, στις 08:14

Γλώσσες

    • Български
    • Brezhoneg
    • Català
    • Čeština
    • Dansk
    • Deutsch
    • English
    • Español
    • Eesti
    • Suomi
    • Na Vosa Vakaviti
    • Français
    • Galego
    • Magyar
    • Ido
    • Íslenska
    • Italiano
    • 日本語
    • ಕನ್ನಡ
    • 한국어
    • Kurdî
    • Кыргызча
    • Plattdüütsch
    • Norsk bokmål
    • Polski
    • Русский
    • Sängö
    • Svenska
    • ไทย
    • Tagalog
    • Türkçe
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Νοεμβρίου 2022, στις 08:14.
    • Page was rendered with Parsoid.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας