PUA
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
PUA | PUAs |
Ετυμολογία
επεξεργασία- PUA < Potentially Unwanted Application
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαPUA (en)
- (πληροφορική) συντομογραφία του potentially unwanted application, συνώνυμο του PUP (potentially unwanted program)