Neŭrenbergo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | Neŭrenbergo | Neŭrenbergoj |
αιτιατική | Neŭrenbergon | Neŭrenbergojn |
Neŭrenbergo (eo)
Άλλες γραφές
επεξεργασία- Neurenbergo στο H-sistemo
- Neuxrenbergo στο X-sistemo