LCD
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΣυντομομορφή
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
LCD | LCDs |
LCD (en) αρκτικόλεξο
- (ηλεκτρονική, πληροφορική) συντομογραφία του liquid crystal display: οθόνη υγρών κρυστάλλων [1]
Υπερώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- LCD στην αγγλική Βικιπαίδεια