Karen
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Karen < (άμεσο δάνειο) δανική Karen (εκδοχή του Catherine)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαKaren (en)
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Karen (όνομα) στην αγγλική Βικιπαίδεια
Ουσιαστικό
επεξεργασίαKaren (en)
- (αργκό, ΗΠΑ) απαξιωτικός ονομαστικός χαρακτηρισμός για μεσήλικη λευκή γυναίκα που εκδηλώνει επιθετική και ρατσιστική συμπεριφορά αναφορικά με τη διεκδίκηση αυτών που θεωρεί ως δικαιώματά της
- → δείτε και τη λέξη σκρόφα
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Karen (χαρακτηρισμός) στην αγγλική Βικιπαίδεια
Φινλανδικά (fi)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Karen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαKaren
Πηγές
επεξεργασία- Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 [1], φύλλο Miehet kaikki
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Karen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαKaren αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [2]
Δανικά (da)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Karen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαKaren θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Den samlede liste over for- og efternavne i Region Nordjylland (Ο πλήρης κατάλογος των ονομάτων και των επωνύμων στην περιοχή Βόρεια Γιούτλαντ), nordjyske.dk, ανακτήθηκε στις 13/9/2023 [3]
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Karen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαKaren θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Names given to children in Poland in 2000-2019 - first name, Poland's Data Portal (Otwarte Dane), ανακτήθηκε στις 13/9/2023 [4]
Νορβηγικά (no)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Karen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαKaren θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Statistisk sentralbyrå / Statistics Norway, 10501: Persons, by first name, contents and year, (first name used by 200 persons or more at the end of the year) ανακτήθηκε 6/9/2023 [5]
Ισλανδικά (is)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Karen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαKaren θηλυκό