Derhovhannessian
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
Derhovhannessian | Derhovhannessians |
Κύριο όνομα
επεξεργασίαDerhovhannessian
- αρμενική ς προέλευσης επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο), άλλη μορφή του Ter-Hovhannesian, κατά την προφορά στη δυτική αρμενική
Πηγές
επεξεργασία- Derhovhannessian - Επώνυμα όλων των γλωσσών surnames@forebears (από το 2012). 5 άτομα στις ΗΠΑ, με στοιχεία του 2014.