Christodoulou
Διαγλωσσικοί όροι επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Christodoulou < (μεταγραφή) νέα ελληνική Χριστοδούλου (Christodoúlou)
Μεταγραφή επεξεργασία
Christodoulou
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο), το ελληνικό, κοινού γένους, επώνυμο Χριστοδούλου στις γλώσσες που χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο
Άλλες μορφές επεξεργασία
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
Christodoulou | Christodoulous |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Christodoulou < νέα ελληνική Χριστοδούλου
Κύριο όνομα επεξεργασία
Christodoulou αρσενικό ή θηλυκό
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) από τα ελληνικά, αντίστοιχο με το (γαελικής προέλευσης) αγγλικό επώνυμο Gilchrist
Άλλες μορφές επεξεργασία
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Christodoulou αρσενικό ή θηλυκό
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) προέλευσης από τη νέα ελληνική
Γερμανικά (de) επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Christodoulou αρσενικό ή θηλυκό
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) προέλευσης από τη νέα ελληνική
Σουηδικά (sv) επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Christodoulou αρσενικό ή θηλυκό
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) προέλευσης από τη νέα ελληνική
Πηγές επεξεργασία
- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [1].
Φινλανδικά (fi) επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Christodoulou αρσενικό ή θηλυκό
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) προέλευσης από τη νέα ελληνική