Δείτε επίσης: chinese
      ενικός         πληθυντικός  
Chinese Chinese

  Επίθετο

επεξεργασία

Chinese (en)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

Chinese (en)

  1. (εθνικό όνομα) Κινέζος

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Chinese (en)

  1. (γλώσσα) τα κινέζικα, η κινεζική γλώσσα
  2. το κινέζικο (φαγητό)



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

Chinese (de) αρσενικό (θηλυκό Chinesin)

  • Lua error in Module:labels at line 89: attempt to index field '?' (a nil value). Κινέζος



  Ετυμολογία

επεξεργασία
Chinese < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Chinese αρσενικό ή θηλυκό

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]