CPU
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- CPU < Central Processing Unit
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˌsi(ˌ)piˈju/
- ⓘ
Συντομομορφή επεξεργασία
CPU (en) αρκτικόλεξο
επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- CPU στην αγγλική Βικιπαίδεια
CPU (en) αρκτικόλεξο