Acton
Αγγλικά (en)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
Ετυμολογία 1
επεξεργασία
- Acton < αγγλοσαξονική ac (βελανιδιά) + tun (πόλη)
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Ετυμολογία 2
επεξεργασία
- Acton < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
- Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.