Acton
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
- Acton < αγγλοσαξονική ac (βελανιδιά) + tun (πόλη)
Κύριο όνομα επεξεργασία
Acton (en)
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
- Acton < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Acton
Πηγές επεξεργασία
- Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Acton < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Acton αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]