Δείτε επίσης: ἑλένιον

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ἑλένιον < Ἑλέν(η) + υποκοριστικό επίθημα -ιον. Αβέβαιος ο συσχετισμός με το φυτό ἑλένιον (δείτε ἑλένη)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ἑλένιον

  1. θηλυκό άκλιτο (χαϊδευτικό) γυναικείο όνομα[1]
  2. ουδέτερο, άλλη γραφή του Ἑλένειον

  Αναφορές επεξεργασία

  1. P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press