• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ἐναλλάσσω

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : εναλλάσσω

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αρχαία ελληνικά (grc)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις

Αρχαία ελληνικά (grc)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ἐναλλάσσω < ἐν + ἀλλάσσω < ἄλλος < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *h₂élyos

  ΡήμαΕπεξεργασία

ἐναλλάσσω (παθητική φωνή: ἐναλλάσσομαι)

  • εναλλάσσω, ανταλλάσσω, αλλάζω

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • ἐναλλάγδην
  • ἐναλλαγή
  • ἐνάλλαγμα
  • ἐναλλάκτης
  • ἐναλλακτικός
  • ἐναλλάξ
  • ἐνάλλαξις
  • ἐναλλασσομένως
  • → δείτε τη λέξη ἀλλάσσω
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ἐναλλάσσω&oldid=5257260"
Τελευταία επεξεργασία στις 20 Σεπτεμβρίου 2021, στις 21:55

Γλώσσες

    • Français
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 20 Σεπτεμβρίου 2021, στις 21:55.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie