Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ἀπρόοπτος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αρχαία ελληνικά
(grc)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ἀπρόοπτος
<
ἀ-
στερητικό +
πρό
+
οπ-
(από τον μέλλοντα
ὄψομαι
του
ὁράω
) + κατάληξη ρηματικών επιθέτων
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
ἀπρόοπτος -ος -ον
απρόοπτος
που δεν
προβλέπει
, δεν γνωρίζει ότι κάτι θα συμβεί
Συγγενικά
επεξεργασία
προοράω