Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἀποκράτημα < ἀποκρατῶ + -μα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ἀποκράτημα ουδέτερο

  • συντήρηση, διατήρηση στη ζωή
    ※  15ος αιώνας, Μαρίνος Φαλιέρος, Ρίμα Παρηγορητική, (κατά τον κώδικα 1549 της Λαυρεντιανής Βιβλιοθήκης της Φλωρεντίας), στίχ. 258 (στίχοι 255-258) @ir.lib.uth.gr
    καὶ ὁ χρόνος μὲ τοὺς μῆνες του καὶ ἡμέρες καὶ ἑβδομάδες,
    ἴτις καὶ μὲ τὲς ζέστες του ὡσὰν καὶ μὲ τὲς κρυάδες,
    ὅλα νὰ σοῦ δουλεύουσι καὶ νἆ’ ’ς τὸ θέλημά σου,
    δένδρα καὶ χόρτα καὶ νερὰ δι’ ἀποκράτημά σου;
     συνώνυμα: ἀποκράτησις

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία