Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
этаж
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ρωσικά (ru)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συγγενικά
Ρωσικά
(ru)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
этаж
< (
άμεσο δάνειο
)
γαλλική
étage
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
этаж
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
этаж
(ru)
ουδέτερο
όροφος
он
живёт
этажо́м
вы́ше
- αυτός ζει στον από πάνω
όροφο
Συγγενικά
επεξεργασία
одноэтажный
двухэтажный
трёхэтажный
четырёхэтажный