Βουλγαρικά (bg) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Аведисян < αρμενική Ավետիսյան (Avetisyan)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Аведисян (ru) (Avetisján) αρσενικό ή θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία



Ρωσικά (ru) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɐvʲɪdʲɪˈsʲan/

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Аведисян (ru) (Avedisján) αρσενικό ή θηλυκό (γεν. ενικ. αρσ.: Аведисяна, ονομ. πληθ.: Аведисяны)[1]

Παράγωγα επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Το θηλυκό παραμένει αμετάβλητο στον ενικό. Ο πληθυντικός είναι κοινός.

  Πηγές επεξεργασία