Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ωοζωοτόκος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
ωοζωοτόκος
<
ωόν
+
ζώον
+
τίκτω
Επίθετο
επεξεργασία
ωοζωοτόκος, -ος, -ο
που γεννά
αβγά
τα οποία
εκκολάπτονται
στο εσωτερικό του
μητρικού
οργανισμού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ωοζωοτόκος
γαλλικά
:
ovovivipare
(fr)