χρονολογικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
χρονολογικά < χρονολογικός
Επίρρημα επεξεργασία
χρονολογικά
- ως προς τη χρονολογία
Μεταφράσεις επεξεργασία
χρονολογικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
χρονολογικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του χρονολογικό