χαλαρωτικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαχαλαρωτικά < χαλαρωτικός
Επίρρημα
επεξεργασίαχαλαρωτικά
- κατά τρόπο χαλαρωτικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία χαλαρωτικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαχαλαρωτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του χαλαρωτικό