φόρτωσις
Ετυμολογία
επεξεργασία- φόρτωσις < φορτώ(νω) + -σις (-ωσις) < (ελληνιστική κοινή) φορτόω < αρχαία ελληνική φόρτος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφόρτωσις θηλυκό
- η φόρτωση
- ※ 12ος αιώνας ⌘ Μανασσῆς, Κωνσταντῖνος, De cerimoniis aulae Byzantinae @catholiclibrary.org
- ∆ιὰ τοῦ οἰκειακοῦ βασιλικοῦ βεστιαρίου καὶ τῶν ἀπὸ τοῦ κοιτῶνος διδομένων εἰς φόρτωσιν τοῦ αὐτοῦ βασιλικοῦ βεστιαρίου σαγμάρια λʹ. Ἡ βασιλικὴ πᾶσα ἀμφίασις καὶ ἡ λοιπὴ ἐξόπλισις ἐν σκευαρίοις ἐνδεδυμένοις δι' ἀληθινῶν τομαρίων καὶ σιδήρων γανωτῶν μετὰ καὶ χαρταλαμίων ὁμοίως γανωτῶν διὰ τὸ εἰς τὰ σαγμάρια βαστάζεσθαι. ψυχριστάρια ἀργυρᾶ μετὰ ἐνδυμάτων εἰς οἰνάνθην καὶ εἰς ῥοδόσταγμα καὶ εἰς νερὸν ηʹ· ἐξ αὐτῶν εἰς οἰνάνθην ἄσπρον μικρὸν αʹ, εἰς ῥοδόσταγμα μεγάλα δύο, εἰς νερὸν μεγάλα δʹ.
- ※ 12ος αιώνας ⌘ Μανασσῆς, Κωνσταντῖνος, De cerimoniis aulae Byzantinae @catholiclibrary.org
- ἀλλὰ χορηγεῖ αὐτὰ ὁ πρωτοβεστιάριος τοῦ βασιλέως ἀπὸ τῆς φορτώσεως τοῦ οἰκειακοῦ βασιλικοῦ βεστιαρίου. πιλωτὰ διβλάττια παχέα καὶ πτενὰ διὰ τὰ χαμόκουμβα· δίδονται δὲ καὶ αὐτὰ ὁμοίως ἀπὸ τῆς φορτώσεως τοῦ οἰκειακοῦ βεστιαρίου· ἕτερα πιλωτὰ λινοβένετα ἔχοντα μαλὸν κτενιστὸν ἀνὰ λιτρῶν λʹ διὰ τοὺς κλητωρευομένους φίλους·
- ※ 12ος αιώνας ⌘ Μανασσῆς, Κωνσταντῖνος, De cerimoniis aulae Byzantinae @catholiclibrary.org
Συγγενικά
επεξεργασίαΚλιτικοί τύποι
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία- φόρτωση - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- s.v. φορτώνω - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.