Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φυτευτής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
1.3
Κλιτικός τύπος επιθέτου
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
φυτευτής
<
φυτεύω
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φυτευτής
αρσενικό
εκείνος που φυτεύει
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φυτευτής
αγγλικά
:
planter
(en)
(a person)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασία
φυτευτής
γενική
ενικού
του
φυτευτή