Ετυμολογία

επεξεργασία
φρακτό < αρχαιαοελληνικό επίθετο φρακτός,ή,όν

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φρακτό ουδέτερο και φραχτό και αρσενικό φρακτός

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία