φούρνος μικροκυμάτων
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- φούρνος μικροκυμάτων, απόδοση του αγγλικού όρου microwave oven
- → δείτε τις λέξεις φούρνος και μικροκύματα
Πολυλεκτικός όροςΕπεξεργασία
φούρνος μικροκυμάτων αρσενικό
- ηλεκτρική συσκευή με κλειστό θάλαμο, που ζεσταίνει φαγητό χρησιμοποιώντας ακτινοβολία μικροκυμάτων
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
φούρνος μικροκυμάτων