microwave
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
microwave | microwaves |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαmicrowave (en)
- τα μικροκύματα, ηλεκτρομαγνητικά κύματα
- έλλειψη του microwave oven
ενικός | πληθυντικός |
microwave | microwaves |
microwave (en)