Ετυμολογία

επεξεργασία
φαύλος κύκλος <  δείτε τις λέξεις φαύλος και κύκλος

Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

φαύλος κύκλος αρσενικό

  1. (λογική) λανθασμένος συλλογισμός όπου το ζητούμενο χρησιμοποιείται ως μέσο απόδειξης
     δείτε επίσης  το «παράδοξο του Ράσελ» και την «αρχή του φαύλου κύκλου»
  2. (μεταφορικά) η κατάσταση όπου, επιλύοντας ένα πρόβλημα, δημιουργείται ένα άλλο, το οποίο οδηγεί ξανά στο αρχικό και, κατ' επέκταση, σε αδιέξοδο

Αντώνυμα

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία