υπερτροφικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
υπερτροφικά < υπερτροφικός + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
υπερτροφικά
- σε υπερτροφικό βαθμό
Μεταφράσεις επεξεργασία
υπερτροφικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
υπερτροφικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του υπερτροφικό