υδρογονωμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαυδρογονωμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του υδρογονωμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του υδρογονωμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του υδρογονωμένος