τυχοδιωκτικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
τυχοδιωκτικά < τυχοδιωκτικός
Επίρρημα
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασία
τυχοδιωκτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του τυχοδιωκτικό