Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τσίλι
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
πιπεριές
τσίλι
ένα βαζάκι με
τσίλι
Ετυμολογία
επεξεργασία
τσίλι
< (
άμεσο δάνειο
)
αγγλική
chili
<
ισπανική
chile
<
κλασική νάουατλ
chilli
Ουσιαστικό
επεξεργασία
τσίλι
ουδέτερο
άκλιτο
(
λαχανικό
) το
τσίλι
(είδος
καυτερής
πιπεριάς
)
(
γαστρονομία
) η
σάλτσα
τσίλι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τσίλι
αγγλικά
:
chili
(en)
ισπανικά
:
chile
(es)
νάουατλ
:
κλασικά νάουατλ
:
chilli