Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
Τσένταρ

  Ετυμολογία επεξεργασία

τσένταρ < (άμεσο δάνειο) αγγλική Cheddar

  Ουσιαστικό επεξεργασία

τσένταρ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία