τραγουδισμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίατραγουδισμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του τραγουδισμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του τραγουδισμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του τραγουδισμένος