τουρκόφωνων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
τουρκόφωνων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του τουρκόφωνος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του τουρκόφωνος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του τουρκόφωνος
τουρκόφωνων