Ετυμολογία

επεξεργασία
τιμολογώ < τιμολόγιο

τιμολογώ

  1. ορίζω την τιμή πώλησης κάποιου εμπορεύματος
  2. (ειδικότερα) εκδίδω τιμολόγιο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία