Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τελικός χρήστης < → δείτε τις λέξεις τελικός και χρήστης, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική end user

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

  1. ο καταναλωτής, αυτός που κάνει χρήση προϊόντος ή υπηρεσίας. Ο όρος χρησιμοποιείται συνήθως σε οδηγίες χρήσης και συμβόλαια υπηρεσιών.
    ※  Όλοι οι εμπλεκόμενοι (ο κατασκευαστής εξοπλισμού θέρμανσης, η εταιρεία εγκατάστασης και ο τελικός χρήστης) έχουν συνάψει σύμβαση ασφάλισης, ο καθένας με ασφαλιστική εταιρεία του δικού του κράτους μέλους.[1]
  2. (πληροφορική) end user: ο χρήστης που κατά κανόνα δεν γνωρίζει πως λειτουργεί το υλικό (hardware) ή το λογισμικό (software) αλλά το χρησιμοποιεί για να εκτελέσει κάποια εργασία, όπως ο λογιστής χρησιμοποιεί ένα πρόγραμμα λογιστικής, ο πελάτης που κάνει ανάληψη από ΑΤΜ τράπεζας, κλπ. Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά στις άδειες χρήσης λογισμικού.
    ※  Η μεγάλη πρόκληση στη σχεδίαση των μοντέλων διάδρασης βρίσκεται στο γεφύρωμα των διαφορών που υπάρχουν ανάμεσα στην εικόνα που έχει ο τελικός χρήστης για το σύστημα και σε εκείνη που έχουν οι κατασκευαστές του για το πώς λειτουργεί το σύστημα εσωτερικά.[2]
    ※  Στόχος αυτής της διασύνδεσης είναι η ύπαρξη δυνατότητας, για τον τελικό χρήστη, να συνδέεται άμεσα από το σημείο που εντοπίζει μία πληροφορία, σε άλλες ηλεκτρονικές πηγές που είναι διαθέσιμο το περιεχόμενό της.[3]

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. e-justice.europa.eu. Προσπέλαση 2020-04-23
  2. Κωνσταντίνος Χωριανόπουλος, Ο Προγραμματισμός της Διάδρασης, σελ. 111. Προσπέλαση 2020-04-23
  3. Μετά Βιβλιοθήκες: οι Βιβλιοθήκες μετά το Διαδίκτυο και τον Παγκόσμιο Ιστό, σελ. 120. Προσπέλαση 2020-04-23