συνδικαλισμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίασυνδικαλισμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του συνδικαλισμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του συνδικαλισμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του συνδικαλισμένος