συγκριτικός τελεστής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- συγκριτικός τελεστής < → δείτε τις λέξεις συγκριτικός και τελεστής < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική comparison operator
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
συγκριτικός τελεστής
- (πληροφορική, προγραμματισμός) βλ. συνώνυμο τελεστής σύγκρισης
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
συγκριτικός τελεστής