Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

στρογγυλοκάθομαι < κάθομαι και στρογγυλά (ίσως από την συνήθεια επί Τουρκοκρατίας να κάθονται όλοι κάτω, σε κύκλο, γύρω από το φαγητό που σερβιριζόταν στο κέντρο)

  Ρήμα επεξεργασία

στρογγυλοκάθομαι

  Μεταφράσεις επεξεργασία