Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

στατικά < στατικός

  Επίρρημα επεξεργασία

στατικά

  1. από στατική άποψη
  2. με στατικό τρόπο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

στατικά