Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

σπεύδε βραδέως < → δείτε τις λέξεις σπεύδω και βραδύς • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Έκφραση επεξεργασία

σπεύδε βραδέως

  • κάνε αυτό που πρέπει να κάνεις χωρίς καθυστέρηση αλλά και με προσοχή, χωρίς να είσαι τόσο βιαστικός που θα κάνεις κάτι λάθος εξαιτίας της βιασύνης σου

  Μεταφράσεις επεξεργασία