Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

σελεμίζω < σελέμ(ης) + -ίζω

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /se.leˈmi.zo/

  Ρήμα επεξεργασία

σελεμίζω

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία