Δείτε επίσης: σερί, Κατηγορία:Γλώσσα σέρι

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
Wikipedia logo
Η Βικιπαίδεια έχει άρθρο για το θέμα:

κωδικός γλώσσας: sei

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈse.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σέ‐ρι
τονικό παρώνυμο: σερί

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σέρι ουδέτερο, μόνο στον ενικό, άκλιτο

  1. (ποτό) απλοποιημένη γραφή του σέρρυ → δείτε τη λέξη sherry
    → δείτε και τις λέξεις τσέρι και cherry
  2. (γλώσσα) μεξικανική γλώσσα της (αυτόνομης πολιτείας) Σονόρα που μιλιέται μόνο σε δύο χωριά