ρεμιντζάρω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ρεμιντζάρω < → δείτε τη λέξη ρεμετζάρω
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɾe.minˈd͡za.ɾo/
Ρήμα
επεξεργασίαρεμιντζάρω ουδέτερο
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ρεμιντζάρω
|
ρεμιντζάρω ουδέτερο
|