Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ραμολί
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συνώνυμα
1.2.3
Συγγενικά
1.2.4
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ραμολί
< (
άμεσο δάνειο
)
γαλλική
ramolli
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ραμολί
ουδέτερο
άκλιτο
(
αργκό
) ο
ηλικιωμένος
που πάσχει από
έκπτωση
των
νοητικών
λειτουργιών
Άλλες μορφές
επεξεργασία
ραμολής
ραμολιμέντο
Συνώνυμα
επεξεργασία
γεροξεκούτης
ξεκούτης
Συγγενικά
επεξεργασία
ραμολίρω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ραμολί
γαλλικά
:
ramolli
(fr)
,
gâteux
(fr)