Ετυμολογία

επεξεργασία
πτωχαδάκι < φτωχ(ός) + υποκοριστικό επίθημα -αδάκι

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πτωχαδάκι ουδέτερο

Συνώνυμα

επεξεργασία