πρωτόπλαστων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαπρωτόπλαστων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του πρωτόπλαστος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του πρωτόπλαστος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του πρωτόπλαστος