Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

προϊόντος

  1. γενική ενικού, αρσενικού γένους του προϊών
  2. γενική ενικού, ουδέτερου γένους του προϊών

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

προϊόντος ουδέτερο