προσέχεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pɾoˈse.çis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : προ‐σέ‐χεις
- παλιότερος συλλαβισμός : προσ‐έ‐χεις
- τονικό παρώνυμο: προσεχής
Ρηματικός τύπος
επεξεργασίαπροσέχεις
Δείτε επίσης : προσεχής |
προσέχεις