προνοιάριοι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /pro.niˈa.ri.i/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : προ‐νοι‐ά‐ρι‐οι
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
προνοιάριοι αρσενικό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του προνοιάριος
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /pro.nyˈa.ri.y/
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
προνοιάριοι αρσενικό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του προνοιάριος