πολιτευόμενων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαπολιτευόμενων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του πολιτευόμενος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του πολιτευόμενος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του πολιτευόμενος