πλεονασμός δεδομένων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πλεονασμός δεδομένων < → δείτε τις λέξεις πλεονασμός και δεδομένα, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική data redundancy
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
πλεονασμός δεδομένων
- (βάσεις δεδομένων) όταν τα ίδια δεδομένα επαναλαμβάνονται σε μια βάση δεδομένων λόγω λάθους σχεδιασμού
- Ένας από τους στόχους μιας καλής σχεδίασης βάσης δεδομένων είναι η κατάργηση του πλεονασμού δεδομένων (διπλότυπα δεδομένα)[1]
Συνώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
πλεονασμός δεδομένων
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Κέντρο βοήθειας Access - Οδηγίες για τις σχέσεις πίνακα. Προσπέλαση 2020-01-31